Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010



proxoras se dromoys axaneis.
8olos soy moiazei o makrynos orizontas.
plhges soy matonoyn to kormi.
ponane oi kleidoseis.
ta podia soy lygizoyn apo to baros ton ey8ynon.
ena nohma palio xoris aksia.

ta matia soy 8ola apo tis 8alasses poy exeis xysei.
krayges poy xa8hkan sto perasma.
se ena gnosto parel8on kai ena adeio, agrafo mellon.
anazhtas apanthseis pantoy kai pantoy ena keno blema pairneis.
soy kaei ta so8hka kai trexeis nomizontas pos etsi 8a glytoseis.
ti einai ayto poy se krata kai synexizeis?
einai h anagkh na ftaseis se enan proorismo grammeno apo thn moira?
o po8os ta bhmata soy esy na ta orizeis?
h mhpos to gegonos oti den yparxei epistrofh gia ekei poy ola ksekinhsan!
mia deyterh eykairia...

Τετάρτη 12 Μαΐου 2010

σε μια απρόσωπη κοινωνία..

....Γεννημένη σε έναν κόσμο γεμάτο ζωντάνια και ενέργεια όπου τα όνειρα έδιναν ουσία στις καρδιές των ανθρώπων. Σε έναν κόσμο που όλα έμοιαζαν εφικτά φτάνει η επιθυμία για όνειρα να ήταν μεγάλη. Όνειρα βασισμένα στην παιδική φαντασία και ελπίδα. Βασισμένη σε ιστορίες ευτυχισμένου τέλους με παιδική αθωότητα και ελευθερία που μπορούσε να δώσει μέλλον και ζωντάνια σε κάθε κόσμο, οποιαδήποτε εποχή. Η κινητήριος δύναμη για την διατήρηση ενός κύκλου, μιας πορείας που ακολουθεί η ζωή.
.....Τώρα χαμένη σε έναν κόσμο με μόνη επιθυμία την σταθερότητα και τον έλεγχο ολόκληρης της ζωής και της ύπαρξης. Σε ένα στάδιο που η κατανόηση της υλικής υπόστασης μιας ζωής κάνει τους ανθρώπους να ονειρεύονται μόνο τον έλεγχο της. Όνειρα βασισμένα στα μπορώ του μεγάλου εγώ. Εκεί που μερικοί θα σου δώσουν οδηγίες για την ζωή σου και τα όνειρά σου. Εκείνοι που σου οριοθετούν ακόμα και την φαντασία προτείνοντας την τέλεια αναλογία σε μια απρόσωπη κοινωνία.
.....Σε αυτόν τον κόσμο είχε εγκλωβιστεί χωρίς να βρίσκει έστω και μια μικρή διέξοδο. Σαν μια μικρή φλόγα ελπίδας που κινδυνεύει να σβήσει βυθίζοντάς αυτόν τον κόσμο στο απόλυτο σκοτάδι του. πως μπορούσε να επιβιώσει και γιατί;Τώρα που οι άνθρωποι είχαν επηρεαστεί και προσαρμοστεί σε έναν κόσμο που δεν την είχε πια ανάγκη. Ένιωθε να χάνεται λίγο – λίγο και προσπαθούσε να ταξιδέψει πίσω, εκεί που είχαν όλα σημασία όπως και εκείνη σαν οντότητα.
.....Τι έπρεπε να περιμένει; Δεν θα άλλαζε τίποτα από μόνο του. Mόνο η ιστορία την κρατούσε ζωντανή και αυτήν την ιστορία κάποιοι την παραγκώνισαν και την ξέχασαν σαν μέρος ενός μυθικού κόσμου που ποτέ δεν υπήρξε. Είχε και εκείνη αρχίσει να ξεχνάει τον λόγο της ύπαρξής της. Είχε αρχίσει σιγά – σιγά να σβήνεται κάθε αληθινή της ανάμνηση. Θα πάγωνε στον χρόνο ενώ η ψυχή της θα την άφηνε για να χαθεί σε μια πλαστή εικόνα του εαυτού της. Ποιος μπορούσε να εξηγήσει αυτήν την πορεία των πραγμάτων; Κανείς! Δεν θα υπήρχε πια λόγος για να το προσπαθήσει καν.

Σάββατο 10 Απριλίου 2010

ο κόσμος του σήμερα και του αύριο!



Ο ήλιος έκαιγε τα μάτια της όμως τα βλέφαρά της δεν έλεγαν να κλείσουν έτσι χαμένη τελείως στις σκέψεις της, κοιτώντας το άπειρο όπου κάπου στο βάθος ξεχώριζες μια μικρή βαρκούλα να κυματίζει απαλά στα γαλαζοπράσινα νερά κυνηγώντας την λεία του. Ήταν απίστευτα ήρεμη αυτήν η μέρα, εξωτερικά γιατί εσωτερικά δεν υπήρχε τίποτα λιγότερο από φουρτούνα και μάλιστα μεγάλη που απειλούσε να θρυμματίσει κάθε της σκέψη. Δεν είχε ιδέα γιατί κάθε φορά κατέληγε μόνη της σε ένα τέτοιο μοναχικό μέρος να αφήνετε σε τόσο σκιερές και μελαγχολικές σκέψεις αντί να απολαμβάνει την ηρεμία και την ομορφιά αυτού του υπέροχου τοπίου, σε αυτόν τον μικρό παράδεισο όπου κάθε άλλος άνθρωπος δεν θα χόρταινε να γεμίζει με όμορφες αναμνήσεις την ζωή του.
Εκείνη μόνο αυτό δεν ήθελε. Προτιμούσε να ζήσει αυτές τις μέρες στην μελαγχολία και την μοναξιά της αποκομμένη από τους υπόλοιπους ανθρώπους που είχαν πάντα την μανία να προσπαθούν να την παρασύρουν και εκείνη έφτανε μέχρι το σημείο να προσπαθεί να προσαρμόσει ολόκληρη την ζωή της ανάλογα με τα θέλω των άλλων. Καλύτερα να έχεις την ευκαιρία να αισθάνεσαι, έστω και μοναξιά, έστω και θλίψη μόνη σου που αυτό θα σε κάνει να αισθάνεσαι πιο ζωντανή από το να μην έχεις προσωπικές στιγμές, χαμένη στους ρυθμούς μιας ζωής που κάποιοι άλλοι σου επέβαλαν.
Κάτι τέτοιες στιγμές ήταν που αν και πονούσε να αναπολεί χαμένες αισθήσεις, χαμένες επιθυμίες και ευκαιρίες, ακόμα και τώρα μπορούσε πραγματικά να απολαύσει μια διαφορετική όψη της ύπαρξής της, γιατί πραγματικά κάτι τέτοιες στιγμές ένιωθε πως γινόταν και πάλι, έστω για λίγο, ο εαυτός της. Υποκρίνεσαι και κρύβεσαι μπροστά στους άλλους μέχρι που στο τέλος παρασύρεσαι και ξεχνάς ακόμα και εσύ πως είσαι στην πραγματικότητα, απορροφώντας στοιχεία από τους γύρω σου και καταλήγεις μια απομίμηση όσων σε περιτριγυρίζουν παραγκωνίζοντας την πραγματική φύση του εαυτού σου.
Θύμησες από το παρελθόν που γύριζαν πλέον στο κεφάλι της ζωντανεύοντας κάθε χαμένο συναίσθημα από κάθε κύτταρο του σώματός της ανατριχιάζοντας την κάθε φορά που πλησιάζει μερικές από της καλύτερες και πιο απελευθερωμένες στιγμές της. Σιγά – σιγά γινόταν κάθε ανάμνηση πιο ζωντανή μέχρι να τις ζήσει ξανά από την αρχή, να νιώσει ότι ένιωθε και τότε και να καταφέρει να αποκτήσει κάτι από την απόλαυση της ψυχικής ζωντάνιας που κάποιοι της στέρησαν βίαια, ξεχνώντας ότι και εκείνη ήταν άνθρωπος με προσωπικές σκέψεις και αισθήματα Προσπάθησαν να τα σβήσουν και τα κατάφεραν. Σπάνια αισθανόταν τόσο έντονα όσο τότε όμως το καλό ήταν πως δεν μπορούσαν να την κάνουν να ξεχάσει όσα είχε προλάβει να χαρεί πριν της πάρουν την ελευθερία του πνεύματός της.
Καθόταν απλά στην άμμο με τα χέρια της τυλιγμένα γύρω από τα γόνατά της και κοιτούσε τα ελαφρός κυματιστά νερά που χρύσιζαν όλο και περισσότερο καθώς ο ήλιος δροσιζόταν στα νερά προκαλώντας μια ελαφρά αναταραχή. Μια ριπή ανέμου την έκανε να αναριγήσει ενώ τα μαλλιά της μαύρα και μακριά κυμάτισαν στο πέρασμά του καλύπτοντας έστω και για λίγο το πρόσωπό της. Μόνο αυτό αρκούσε για να την κάνει να αναστενάξει καθώς επέστρεφε στην πραγματικότητα και με μεγάλη δυσκολία διότι δεν ήθελε να γυρίσει και να συμβιβαστεί με την πεζή πραγματικότητα, όμως ήθελε να είναι αισιόδοξη και προσπαθούσε σκληρά για να μην χάσει τον εαυτό της.



Μερικές φορές απογοητευόταν και της φαινόταν πραγματικά αδύνατον να ξαναβρεί έστω και ένα μικρό κομμάτι του εαυτού της αλλά δεν έπαυε στιγμή να προσπαθεί να κρατήσει επαφή με ότι αγαπούσε τώρα ή έστω στο παρελθόν. Τμήματα μια ζωής που έμοιαζαν και ήταν τα μόνα πραγματικά και αγνά στοιχεία που της απέμειναν. Ήταν μόλις 21 χρονών και πραγματικά είχε κουραστεί από αυτήν την τόσο μπερδεμένη κατάσταση και την επιμονή μερικών να μεγαλώσουν κάποιον με την βία ή να τον κρατήσουν δέσμιο στην παρθενική και ρομαντική ατμόσφαιρα των παιδικών χρόνων της. Την ενοχλούσε ακόμα και τώρα το γεγονός ότι από την μία την έσπρωχναν να μεγαλώσει, να σκεφτεί διαφορετικά, πιο ώριμα ενώ από την άλλη προσπαθούσαν να ενισχύσουν τα δεσμά της, και την ανάγκη της για να καταλήξει τελικά να αισθάνεται προσκολλημένη και εξαρτημένη από άλλους.
Είναι λάθος τακτική αυτήν. Μια μπερδεμένη κατάσταση όπου προσπαθεί κάποιον να μάθει στο μικρό αετό να πετάει δυνατός και αυτόνομος, σχίζοντας τον καθάριο ουρανό και από την άλλη τον κρατάνε δεμένο από το πόδι με ένα σκοινί που δεν τον αφήνει να εξερευνήσει τον κόσμο γύρω του. Η δικαιολογία τους είναι η ασφάλεια ενώ από την άλλη πιέζουν να αντιμετωπίσει μόνος του όσους κινδύνους κρύβει ο γυάλινος ουρανός και όμως ποτέ δεν τον αφήνουν να προχωρήσει για να τους δει, να τους εντοπίσει, να τους αναγνωρίσει και να τους αντιμετωπίσει όπως θα έπρεπε.
Σε μια τέτοια περίπτωση αυτός ο αετός έχει δύο επιλογές. Η μία να τα παρατήσει και να καθίσει στα γνωστά και σίγουρα λημέρια όπου όλα είναι στρωμένα για εκείνον από άλλους ή να παλέψει, να σπάσει τους δεσμούς και να ελευθερωθεί, όμως πραγματικά δεν μπορεί. Πάντα προσπαθούν να τον ξαναπιάσουν και αν το καταφέρουν σφίγγουν τα λουριά και τότε του κάνουν ακόμα πιο δύσκολη την ζωή προκειμένου να τον κρατήσουν «ασφαλή». Είναι όμως θέμα εγωιστικό! Πραγματικά όσο και αν το σκεφτόταν κατέληγε στο συμπέρασμα ότι είναι λάθος ότι συμβαίνει γύρω της και αφορά εκείνη. Την κρατάνε δέσμια όχι για την δική της ασφάλεια αλλά επειδή εκείνοι είναι προσκολλημένη πάνω της, θέλουν να αισθάνεται εξαρτημένη μαζί τους για να μην μπορέσει τελικά να μην κυνηγήσει ποτέ τον δικό της ορίζοντα που κάθε φορά ξεθωριάζει και μακραίνει περισσότερο.
Πραγματικά το παλεύει να ανεξαρτητοποιηθεί, να κερδίσει την ελευθερία της όμως πραγματικά το μόνο που μπορεί να καταφέρει είναι να παρασύρει και εκείνους λίγο και τότε την τραβούν ξανά πίσω στην τάχα ασφαλή αγκαλιά τους πνίγοντας την κάθε επιθυμία της, την κάθε της ελπίδα και φρενάροντας την κάθε της προσπάθεια. Παρόλα αυτά δεν πρέπει να παραπονιέται και στην ουσία δεν θέλει και δεν μπορεί να παραπονεθεί επειδή υπάρχει και ο λεγόμενος ψυχολογικός εκβιασμός. Όλο αυτό το μπέρδεμα είναι που την τρελαίνει και πραγματικά προτιμά να χαθεί κάπου σε κάποια απόμερη γωνιά αυτού του κόσμου, να μην μπορεί κανείς να την βρει και φυσικά εκείνη να μην επιχειρήσει ποτέ ξανά να έρθει σε επαφή με όσα την κρατάνε δέσμια σε μια τέτοια ζωή – φυλακή.
Ίσως απλά εκείνη να το έχει πάρει υπερβολικά βαριά όμως είχε αγανακτήσει απίστευτα με την συμπεριφορά των γύρω της απέναντί της. Ήθελε να γνωρίσει έστω και ένα άτομο που να μην προσπαθούσε να ελέγξει την ζωής της, κάποιον που θα ενδιαφερόταν πραγματικά για το τι εκείνη σκεφτόταν και τι ήθελε, κάποιον που θα έκανε τη διαφορά μέσα σε ένα τόσο κουραστικά επίμονο κόσμο. Δεν υπήρχε τέτοιος άνθρωπος και σίγουρα αν υπήρχε θα ήταν το ιδανικό, το τέλειο που θα έκανε την διαφορά μέσα σε μια γεμάτη ατέλειες κοινωνία. Τόσα κενά στις ζωές όλων και όλοι έβλεπαν μόνο τα κενά της δικής της ζωή. Προθυμοποιούνταν να την βοηθήσουν να τα γεμίσει χωρίς να ζητήσουν την άδειά της και ανακάτευαν ότι είχε πλέον καταφέρει να συνηθίσει κάνοντάς την να χάνει πάλι τον προσανατολισμό της.
Είχε φυσικά καταλάβει πως θαύματα δεν γίνονται και αναπολούσε εκείνες τις καλές εποχές, γεμάτες παιδική αφέλεια όπου το μυαλό της μπορούσε και έτρεχε σε μαγικούς ξένους κόσμους, πετούσε πάνω από άγνωστες, ίσως και ανύπαρκτες ηπείρους και αναζητούσε κάθε είδους περιπέτεια. Η φαντασία της της χάριζε ατελείωτες ώρες ελευθερίας και έντασης που καμία ζωή, ούτε αυτή ούτε η επόμενη θα μπορούσαν να της δώσουν, μέχρι να βρεθεί κάποιος τελικά και να της γκρεμίσει κάθε ελπίδα για κάτι διαφορετικό και καινούριο. Κάπως απότομα βέβαια κατάλαβε ότι η μαγεία και η περιπέτεια περιορίζεται μέσα σε τέσσερις τοίχους ενός διαμερίσματος, στις φωνές και στα χτυπήματα των γειτόνων όταν ενοχλούνταν ή τσακώνονταν και στις ψυχρές και κοφτές απαιτήσεις του αφεντικού όταν αναθέτει κάποια καινούρια δουλειά.
Τραβούσε τα δίχτυα με προσοχή αν και εκείνη καταλάβαινε την απογοήτευσή του όταν τα αντίκριζε σχεδόν άδεια, αντίθετα με τις φρούδες ελπίδες του, όμως έπρεπε να το ήξερε πως δύσκολα θα μπορούσε να καταφέρει μια καλή ψαριά και ιδιαίτερα μια τέτοια περίοδο. Όλα πλέον είναι προγραμματισμένα και καθόλου αρμονικά με τις φυσικές ανάγκες των ανθρώπων και του πλανήτη.
ΜΙΑ ΑΡΜΟΝΙΚΗ ΖΩΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΤΑΧΑ ΕΞΕΛΙΓΜΕΝΟ ΕΙΔΟΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΔΑΜΑΣΤΗ ΦΥΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΠΟΥ ΤΟΝ ΓΕΝΝΗΣΕ.